because music needs the words to travel.
Because the words, need music to be heard.
"Η ελεύθερη ψυχή είναι σπάνια, αλλά όταν τη συναντήσεις την αναγνωρίζεις. Κι αυτό, γιατί αισθάνεται όμορφα, πολύ όμορφα όταν είσαι κοντά της ή μαζί της"
ΚΡΑΤΗΣΑ
ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ (Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης,
ποίηση: Γιώργος Σεφέρης)
Κράτησα
τη ζωή μου
ταξιδεύοντας ανάμεσα σε
κίτρινα δέντρα,
κάτω απ’ το πλάγιασμα
της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές
φορτωμένες
με τα φύλλα της οξιάς
καμιά
φωτιά
στην κορυφή τους βραδιάζει.
Τ’
ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση
του φεγγαριού
η μεγάλη πέτρα κοντά
στις αραποσυκιές και τ’ ασφοδίλια
το
σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο
τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεββάτι
κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά
σου
χρυσά• τ’ άστρα του Κύκνου κι
εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν.
Κράτησα
τη ζωή μου,
κράτησα τη ζωή μου
ταξιδεύοντας
ανάμεσα σε κίτρινα
δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε
σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα
της οξυάς,
καμμιά φωτιά στην κορυφή
τους• βραδυάζει.
Κράτησα
τη ζωή μου• στ’ αριστερό σου χέρι μια
γραμμή
μια χαρακιά στο γόνατό σου,
τάχα να υπάρχουν
στην άμμο τού
περασμένου καλοκαιριού τάχα
να μένουν
εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω
γύρω
στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή.
Τα
πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν, μήτε η
γυναίκα
περπατώντας σκυφτή, βυζαίνοντας
το παιδί της.
Ανεβαίνω
τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές• o
χιονισμένος
κάμπος, ώς πέρα ο
χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν,
μήτε
o καιρός κλειστός σε βουβά ερμοκκλήσια,
μήτε
τα χέρια που απλώνονται για να
γυρέψουν, κι οι δρόμοι.
Κράτησα
τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη
σιωπή,
δεν ξέρω πια να μιλήσω, μήτε
να συλλογιστώ• ψίθυροι
σαν την ανάσα
του κυπαρισσιού τη νύχτα εκείνη
σαν
την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής
θάλασσας στα χαλίκια
σαν την ανάμνηση
της φωνής σου λέγοντας «ευτυχία».
Κλείνω
τα μάτια γυρεύοντας το μυστικό συναπάντημα
των νερών
κάτω απ τον πάγο το χαμογέλιο
τής θάλασσας τα κλειστά πηγάδια
ψηλαφώντας
με τις δικές μου φλέβες τις φλέβες
εκείνες πού μου ξεφεύγουν
εκεί πού
τελειώνουν τα νερολούλουδα κι αυτός ό
άνθρωπος
πού βηματίζει τυφλός πάνω
στο χιόνι τής σιωπής.
(ΚΡΑΤΗΣΑ
ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ -Β΄)
Κράτησα
τη ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας το νερό
πού σ’ αγγίζει
στάλες βαρειές πάνω
στα πράσινα φύλλα, στο πρόσωπό σου,
μέσα
στον άδειο κήπο, στάλες στην ακίνητη
δεξαμενή,
βρίσκοντας έναν κύκνο νεκρό
μέσα στα κάτασπρα φτερά του,
δέντρα
ζωντανά και τα μάτια σου προσηλωμένα.
Ο
δρόμος αυτός δεν τελειώνει, δεν έχει
αλλαγή, όσο γυρεύεις
να θυμηθείς τα
παιδικά σου χρόνια, εκείνους πού έφυγαν,
εκείνους
πού χάθηκαν μέσα στον ύπνο•
τους πελαγίσιους τάφους,
όσο ζητάς
τα σώματα πού αγάπησες να σκύψουν
κάτω
από τα σκληρά κλωνάρια τών πλατάνων
εκεί
πού στάθηκε μια αχτίδα τού ήλιου
γυμνωμένη
και σκίρτησε ένας σκύλος
και φτεροκόπησε ή καρδιά σου,
ο δρόμος
δεν έχει αλλαγή· κράτησα τη ζωή μου.
Το
χιόνι και το νερό παγωμένο στα πατήματα
των αλόγων.
Ο Ηλίας Παπακωνσταντίνου ειναι ποιητής, και Αντιπρόεδρος της Παννελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Ηλίας Παπακωνσταντίνου
Κόκκινα Φεγγάρια
" Η Ελένη Μπάλιου από το πρώτο ποίημα του βιβλίου μας δείχνει
που κινείται η γραφή της. Βαθιά κοινωνική πολιτική θα έλεγα. ευαίσθητη με αρχές
και αξίες. Ξεκινάει με τα 24 νυχτερινά, που μέσα από τη νύχτα τους θέτουν το
φως που δημιουργεί η ψυχή της Ελένης, ο εσωτερικός της κόσμος. Πιστεύω πως
είναι σε διαρκή πάλη με την απέναντι όχθη των πραγμάτων που σήμερα ειδικά έχουν
πιάσει δωμάτιο μέσα στα σπίτια μας και συνδιοικούν κατά κάποιο τρόπο το μέλλον μας.
Εκεί ξεπετάγεται η Ελένη κάθε τόσο με ευρηματικότητα και ρίχνει κροτίδες
αντίστασης, σαν ένα ξυπνητήρι ήθους, σαν ευγενής στόχος και υποχρέωση προς την ανθρωπότητα.
Στο 18 νυχτερινό της απόσπασμα και πέρασμα, σαν μια φωταλίδα διαρκείας μας γράφει
και στην αγγλική γλώσσα, σαν άλλος JimMorrisonη Ελένη στο εκπληκτικό
του τραγούδι SpanishCaravanμας
γράφει “takemeaway” ρίχνοντας βέβαια και δικαιωματικά κάποια γαλλικά
ενδιάμεσα, για την ποίηση και τη γλώσσα, εφόσον το μόνο που ξέρουν είναι να
στενεύουν τα κελιά της φυλακής, όπως μας γράφει. Και στο τέλος για να δανειστώ
πάλι ακόμα ένα εμβληματικό τραγούδι των Scorpionsτο
«stilllovingyou» αυτή τη φορά μας γράφει η Ελένη “ becauseIknowyoustillloveme, becauseyouknowIstilldotoo”
Kι έτσι κλείνει ουσιαστικά και
σφραγιστικά το ποίημα μιλώντας και δείχνοντας την μεγαλύτερη επανάσταση, αυτήν της
αγάπης. Είναι αυτές οι δυο λέξεις που χαρακτηρίζουν την ποιήτρια. Αγάπη και
επανάσταση. Νοιάξιμο για τα κοινά, για το που μας πάνε, που πάει, και από που
τρέφεται η ζωή μας. Η Ελένη τα γνωρίζει όλ’ αυτά και δεν σιωπά. Κι όταν το
κάνει, είναι μόνο για το κοινό καλό.
Η ποιήτρια αθέατα ίσως, να ρωτάει τον εαυτό της, ποια
είμαι, που πάμε, και μέσα από την εσωτερική της αναζήτηση, να βρίσκει διέξοδο στις
λέξει,ς στα ποιήματα που έχουν τις απαντήσεις, αλλά και τα ερωτήματα που
τίθεται από την ποιήτρια, ώστε ο αναγνώστης να ψάξει μέσα τους, να κάνει μια
διεργασία ψυχής, ώστε να βγάλει κάποια συμπεράσματα που θα του δώσουν ένα πιο
καλύτερο και πιο ελεύθερο μέλλον.
Στο πρώτο της νυχτερινό, πόσο έξυπνα και αλληγορικά μ’
έναν ωραίο υπερρεαλισμό μας δείχνει την εικόνα του σήμερα σε μόλις δέκα μικρούς
στίχους, ένα μικρό ποίημα με τεράστιο συμβολισμό, εικόνες τραγικές που θα
μπορούσε να είναι ένα παιδί από τη Γάζα, ένα παιδί σε όλους τους πολέμους που
μαίνονται στη γη, με ηθοποιούς στο παγκόσμιο εγκληματικό σύστημα που όλα τα
δέχεται και τα οργανώνει. Μας λέει στο ποίημα
« Η σκηνή ήταν γεμάτη
και ηθοποιοί απ’ όλο τον κόσμο
έπαιζαν ένα έργο γνωστό σε όλο τον κόσμο
Και η πλατεία κάτω
είχε για μόνο θεατή
ένα παιδί κουρελιασμένο
που είχε σκορπίσει τις σάρκες του
στα καθίσματα
Για να φαίνονται πολλοί».
Η ποιήτρια δεν ονειροβατεί ούτε μας δίνει αναβολικά ποίησης
αλλά μας πιάνει από το χέρι στίχο -στίχο, και προτείνει, έχει να προτείνει,
οργανώνει τις λύσεις μέσα από τις φράσεις της. Περιοδεύει τον κόσμο ανοίγοντας
τον κύκλο μέσα της και ελευθερώνει την καρδιά της, με ποιήματα ικανά να μας κάνουν
να σκεφτούμε παραπάνω, να απαντήσομε στα δικά μας πως, τα τι, τα γιατί του
άλλου και άλλα ερωτήματα που μας παιδεύουν πολλές φορές.
Στο νυχτερινό β, μας λέει. «Και θα ήταν αστείο αν δεν
ήταν τόσο τραγικό, το πως οι άνθρωποι εύχονται και προσεύχονται να μην τους εύρη
το κακό, την ίδια στιγμή που το προκαλούν, ή το αφήνουν να συμβαίνει».
Εδώ τα λέει όλα. Φωτογραφίζει τους μεγάλους σταυρούς
των ανθρώπων που την ίδια ώρα εγκληματούν, κάτι σαν τους πολιτικούς μας ή όλους
εμάς που αφήνουμε πολλές φορές να συμβαίνει όλο αυτό, χωρίς μια ριπή αντίστασης.
Μιλάει για τα κροκοδείλια δάκρυα της πέννας και για την κραυγή που αναλόγως πώς
βολεύονται κάποιοι, την τοποθετούν στο πλάι του δικού τους μικροσυμφέροντος, γιατί
πιστεύω οτιδήποτε πέραν από το οικουμενικό καλό, είναι εφήμερο μικροσυμφέρον,
όσα πλούτη και δόξα και να αποκτήσει κάποιος.
Η Ελένη Μπάλιου δεν στέκεται σε ποιητικές δάφνες
βραβείων, αν κι έχει πάρει βραβεία, λόγων και συντεχνιών, αλλά έχει δεθεί από
χρόνια στο άρμα της δημιουργίας και μόνο, και μας την παραθέτει τόσο απλά και
ουσιαστικά χωρίς κραυγές και επαναστάσεις του φαίνεσθαι. Γιατί ξέρει που λείπει
ο άνθρωπος, ξέρει την εγκυμονούσα ανάσταση, όπως μας λέει, ξέρει τι συμβαίνει στους
πολέμους των παγκόσμιων εταιριών και των θρησκειών, γνωρίζει τι γράφει, πολύ βασικό
αυτό για έναν γραφιά, γνωρίζει τι συμβαίνει σε κάποιες ποιητικές βραδιές, όπως μας
τα φωτογραφίζει τόσο όμορφα και ομοιοκατάληκτα στο νυχτερινό ποίημα 10,
γνωρίζει τη μεγάλη θλίψη που κουβαλάει η ευτυχία όπως μας λέει στο νυχτερινό 13,
πιστεύω γνωρίζει ακόμα πολλά κι αυτό είναι ένας λόγος που είναι ποιήτρια με
αυτή τη γραφή.
Όμως πάνω απ’ όλα η ουσία είναι ότι νιώθει. Νιώθει και
εκεί είναι το ζητούμενο. Νιώθει τη σήψη, το άδικο, το σκελετωμένο παιδί. Εδώ να
πω πως αναφέρεται πολλές φορές στα παιδιά, δείχνει τη μεγάλη της ευαισθησία. Νιώθει
την ανομία και του νόμου το παραμύθι και δεν χαρίζεται, βγαίνει μπροστά
γράφοντας και μιλώντας.
Η Ελένη έχει διανύσει δρόμο ως συγγραφέας εδώ και
πολλά χρόνια. Την έχει ανακαλύψει και αποκαλύψει η ποίηση και ποτέ δεν ήταν η
γραφή της ανέραστη, δεν σύρθηκε. Και για συμμάχους της είχε και έχει τη
φαντασία πάνω απ’ όλα, τα βιώματα, την χωρίς φόβο καταγγελία, την τόλμη και το
ψυχικό σθένος για να βγάλει εις πέρας αυτό το ιερό έργο. Δεν είναι εύκολο να
πηγαίνει κανείς αντίθετα στο ρεύμα και η Ελένη, το κάνει και στην ποίηση και
στη ζωή της που αυτό πιστεύω, ότι είναι το πιο σημαντικό.
Η ποιήτρια νοσταλγεί. Μας πηγαίνει σε χρόνους της απλότητας
με τη λιτή νότα της ζωής και το όνειρο που πάλευε να γίνει πραγματικότητα. Μας λέει για τον
ποιητή που χορεύει απαλά ένα ποίημα για να τον νανουρίσει. Κάντε το εικόνα αυτό
να δείτε την τρυφερότητα που μας δίνει στο 16 της νυχτερινό μέσα από μια εικόνα
ευαίσθητου υπερρεαλισμού. Γράφει για τον σκοτωμό και την φαγωμάρα, για το ποιος
είναι στ’ αλήθεια ποιητής και για κάτι ψυχές που μένουν ξάγρυπνες, για τον
κόσμο που καίγεται και εδώ μόνο καμπάνες χαρμόσυνες χτυπούν, για τη σφυρίχτρα
μέσα στο κεφάλι της που την συνοδεύουν κρωξίματα κι ένα κύμα αλαλαγμού
ανθρώπινης απελπισίας, για τα αδέσποτα σκυλιά που κλαίνε, για τα παιδιά της σελήνης.
Εδώ μας παραθέτει νότες αισιοδοξίας για το μέλλον, μας λέει, «της αδικίας όταν
βαρύνει το δάκρυ θα υπάρξει κάτι καινούργιο να δεις». Φαίνεται η φωτεινή πλευρά
της Ελένης.
Περνώντας στα κόκκινα φεγγάρια, βλέπουμε σε πιο μεγάλη
έκταση την υπαρξιακή αίσθηση των πραγμάτων στους στίχους, κάνει διατυπώσεις
μέσα από μια σκληρή πραγματικότητα και προτείνει. Υπάρχει και απογοήτευση αλλά μας
δίνει και φράσεις αισιοδοξίας. Ενδοσκοπεί και μας λέει για την επέτειο, για
κάθε επέτειο, θα έλεγα, εδώ γίνεται μια εσωτερική διαδικασία στο ποίημα
επέτειος, έκρηξης και σιωπής μαζί. Νοσταλγίας και μικρών ελευθεριών, αποφάσεων
και στιγμών ακριβών, κάτω από την αγκαλιά της μητέρας, ψυχικών αναγκών,
τραυμάτων και χαράς, ανάσας και στέρησης, και με μια υπέροχη εικόνα του ποιήματος στο τέλος μας λέει «με τα ψαρά της
τα μαλλιά στον άνεμο λυμένα, να λιώνει το λουλάκι στου ουρανού στη στέρνα».
Μας δίνει με υπέροχο τρόπο την άλλη ματιά της πρωτομαγιάς.
Βλέπουμε την αποφασιστικότητα στα ποιήματα «πάρε τα κάστρα» και «meacoulpa», την ένωση και τη συντροφικότητα
και στις ιδέες. Την ερωτοαγάπη στο ποίημα «σαν λαγωνικό» και μας δίνει με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο το «μαζί» των ανθρώπων, των ανθρώπινων
στιγμών, στο ποίημα «μαζί».
Θα μπορούσε να πει κάποιος με τόσα κοινωνικοπολιτικά
και υπαρξιακά ποιήματα, που θα χωρέσει ο έρωτας Η Ελένη τον χώρεσε κι ας κάνει
την εμφάνισή του σε λιγότερα ποιήματα. Θα μπορούσε να πει και κάποιος άλλος, με αυτά που συμβαίνουν στην κοινωνία
είναι καιρός για έρωτες; Όλα τα γραφόμενα της ποιήτριας είναι ένας έρωτας για
τη ζωή, επομένως τον έρωτα δεν μπορεί να τον αποφύγει ο ποιητής με τον ένα ή
τον άλλο τρόπο και πορεύεται η Ελένη με αλήθεια κι όχι με ψέματα. Ψέματα που
έκαναν να φαίνονται σπουδαίοι πολλοί συνάνθρωποί μας, ακόμα και ποιητές με τα
γλυκερά τους ποιήματα που ζαχαρώνουν καρέκλες, με λεκτικό ύφος υποπολιτικής και
βαλσαμωμένα χαμόγελα.
Η Ελένη Μπάλιου με ειλικρίνεια, θυμό καμιά φορά,
ποιητική ειρωνεία, αυτοσαρκασμό με μία έκταση μέσα της, βαδίζει σε ένα χωμάτινο
μονοπάτι, μοναχικό θα έλεγα. Και είτε έχει θέα είτε όχι, είναι αποφασισμένη να
φτιάχνει η ίδια τη θέαση στα μάτια μας, με οδηγό τα γραψίματα της και έτσι ζει
καθημερινά μαζί τους μικρές λυτρώσεις. Την λυτρώνει η στιγμή, οι στιγμές πάνω
στη γέννα των λέξεων. Όλο αυτό θα έχει την όψη του θαύματος όταν θα μπορέσει να
περάσει στους αναγνώστες, του, ή των βιβλίων της. Τώρα που εξακολουθούν να είναι ασυμμόρφωτοι οι
καιροί και η τεχνητή νοημοσύνη έχει κάνει την παρουσία της αισθητή, για καλό
ίσως σε κάποιες περιπτώσεις και για κακό σε πολλές άλλες, αυτό θα το δείξει το μέλλον, εμείς πρέπει να
αναρωτηθούμε ποιος έχει τα κλειδιά. Και η ποίηση σίγουρα τα έχει. Θα τα βρούμε
μέσα στα ποιήματα της Ελένης να ξεκλειδώνουν αθόρυβα τις υποταγές μας στο
χρόνο.
Ελένη μου εύχομαι να έχεις υγεία, να διαβαστεί και να
αγαπηθεί το βιβλίο σου και συνέχεια στην πάντα αγωνιστική και γεμάτη ουσία
γραφή σου!"
Την ποιητική συλλογή του Γιώργου Πήττα "Ο Δύων Ανατέλλων Και Η Πανσέληνος βροχή" Τη γνωρίζω από τότε που βγήκε, πριν από 25 περίμπου χρόνια και επειδή την αγάπησα πολύ, όπως έχω ξαναπεί, την έμαθα τόσο καλά που μεγάλο μέρος της το θυμάμαι ακόμα απέξω.
Την ποιητική συλλογή του Κώστα Γουλιάμου που βγήκε φέτος, "Το μάτι της λέξης" την διαβάζω, μελετάω ακόμα. Άλλο ύφος, άλλη γραφή, όχι άλλη ποιότητα.
Ο Κώστας Γουλιάμος για τον οποίο θα κάνω εκτενέστερη αναφορά στο εγγύς μέλλον, είναι ένας οραμαστιστής συχνά και συμβολιστής (ας μου επιτραπεί ο όρος) ποιητής. με βαθιά γνώση της Ιστορίας, εγχώριας και παγκόσμιας, ευαίσθητος δέχτης μηνυμάτων και νοημάτων από την ποίηση διεθνώς, που κομμάτια της, είτε αποτελούν στίχους από βιβλίο, είτε του μίλησαν μέσα από κάποιο τραγούδι, μεταφέρει στο έργο του για να εξυπηρεήσει τη διαχρονικότητα και την έμφαση των θεμάτων που και τον ίδιο απασχολούν, απασχολούσαν και θα απασχολούν, καθώς έχει δεμένη τη συνειδησή του με την τραγική αλλά και αγωνιστική πορεία της ανθρωπότητας. Αλλά τη σκέψη μου για όλ' αυτά θα ξετυλίξω αργότερα, όταν θα έχω ολοκληρώσει τη μελέτη του έργου του.
Ο Γιώργος Πήττας, όχι λιγότερο επηρεασμένος, προβληματισμένος και ευαισθητοποιημένος ως προς την κοινή υπόθεση και τη "μοίρα" της ανθρωπότητας, ακολουθεί άλλα μοναπάτια, όμως να, που τα μονοπάτια των δυο αυτών ποιητών συναντιούνται, όπως αυτό βλέπουμε να συμβαίνει συχνά ανάμεσα σε πραγματικούς ποιητές που άφησαν το πνεύμα τους ελεύθερο στο σύμπαν να συναντηθεί με το πνεύμα της ποίησης.
Τα δυο ποιήματα που ακούγονται εδώ, σε συρραφή ενός, είναι το ζωναντό παράδειγμα αυτού που περιγράφω πιο πάνω. Ελπίζω να συμφωνείτε μαζί μου.
Παραθέτω τα δυο ποιήματα γραπτώς από κάτω, για να τα δείτε και ξεχωριστά.
ΚΥΠΡΟΣ ΧΑΛΚΟΥ/ ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΗΤΤΑΣ
Και τι πιο χάλκινο από ένα άστρο
που χάθηκε στη στάχτη.
Παντοτινά σ' αγαπούσα μέχρι που ο χρόνος σταμάτησε
κι έγινες ένα παιδί που έχασε το δρόμο για το σπίτι.
Τι πιο θλιμμένο αλήθεια από ένα παιδί που έχασε
το δρόμο για το σπίτι.
Προσπάθησε να θυμηθείς.
Βουβά ορυχεία τα σκοτεινά σου μάτια.
Μα δεν μπορεί, κάπου θα έχεις μυστικά.
Κάπου θα κρύβεις, μια κάποια περηφάνεια.
Έλα
Έλα τις καστανιές και πάλι να φιλήσεις.
Να σκάψουμε το κοκκινόχωμα, βαθιά να βρούμε
θεμέλια κόκαλα για να φωτίσουμε λευκά
τόσων ετών σκοτάδι.
Μονάκριβη.
Τόσοι σε θέλησαν, κι εσύ δεμένη στο κρεβάτι
ξεχνάς στον ύπνο την οδύνη!
Άστρο μου, άστρο Φως! Που χάλκεψες και γέμισες τουριστικά μπακίρια
Ο Ζαχαρίας Καλουδάς είναι ένας παλιός καλός φίλος μου με τον οποίο είχαμε χαθεί για πολλά χρόνια καθώς ζούσε στο εξωτερικό. Πρόσφατα επέστρεψε και τον συνάντησα τυχαία σε μια εκδήλωση. Τα είπαμε βιαστικά, μεγάλη η χαρά και η συγκινησή μου ήταν, ανταλλάξαμε τηλέφωνακ αι email και του υποσχέθηκα ότι θα του στείλω την ποιητική μου συλλογή με αφιέρωση όταν εκδοθεί. Δεν έχει facebook και νομίζω δεν σκοπεύει να αποκτήσει ποτέ.
Το γεγονός ότι ασχολήθηκε με το βιβλίο μου και μου έγραψε αυτές τις σκέψεις, με τιμά και με χαροποιεί ιδαίτερα. Είναι η πρώτη κριτική που διαβάζω γι' αυτό, αλλά και μια γνώμη του για μένα που με κάνει να ντρέπομαι λίγο για τα τόσα που λέει και πιστεύει καθώς δεν ξέρω αν είναι όλα αλήθεια, καθώς μου φαίνεται επηρεασμένος από τις μνήμες που κρατά από μένα και την φιλία μας. Τέλος πάντων. Νομίζω πως δεν πρόκειται να πάρω άλλη κριτική από κανέναν, καλή η κακή, γι' αυτό και τη βάζω εδω πέρα να υπάρχει να μπαίνω κατά καιρούς να τη βλέπω και να παίρνω τα πάνω μου, ελπίζοντας πως σε ότι με αφορά ως άνθρωπο τουλάχιστον, δεν έχει πέσει τελείως έξω.
ΥΓ. Άσχετα από την εντύπωσή του για τα "Κόκκινα φεγγάρια", ο Ζαχαρίας Καλουδάς έχει σπουδάσει κριτική λογοτεχνίας με μεταπτυχιακό στο Λονδίνο όπου έζησε κι εργάστηκε για πολλά χρόνια. Έχει κι αυτό τη σημασία του νομίζω...
23/03/2025
Ελένη μου. Η ποιησή σου είναι μια ανοιχτή πρόσκληση σε έναν κόσμο γεμάτο
πάθος, αγωνία και ομορφιά. Η φωνή σου επιμένει να αναζητά την αλήθεια μέσα από την απλότητα του λόγου και
τη δύναμη της εικόνας. Δεν υπάρχει τίποτα περιττό στους στίχους σου, τίποτα που
να βαραίνει το νόημα χωρίς σκοπό. Η λιτότητα γίνεται εργαλείο ακριβείας, κόβει
σαν λεπίδα και ταυτόχρονα τυλίγει τον αναγνώστη σε μια τρυφερή αγκαλιά. Κουβαλάς την αγωνία ενός ανθρώπου που δεν συμβιβάζεται. Τα
θέματα σου είναι βαθιά κοινωνικά, πολιτικά, ερωτικά, υπαρξιακά.
Δεν είναι ιδανικός ο κόσμος σου, αλλά ούτε και καταδικασμένος. Κάθε ποίημα
είναι ένας αγώνας, μια προσπάθεια να φωτιστεί το σκοτάδι χωρίς να το αρνηθεί,
να αναδειχθεί η ελπίδα χωρίς να γίνει ψευδαίσθηση. Αυτή η ισορροπία είναι που
κάνει την ποίησή σου τόσο έντονη, επιδραστική δεν είναι υπερβολή να πω.
Χρησιμοποιείς τις λέξεις με ακρίβεια, δεν είδα φλυαρία, αλλά με μια εσωτερική
μουσικότητα που τις κάνει να αντηχούν μέσα στον αναγνώστη. Κάθε ποίημα σου μοιάζει
με χτύπο καρδιάς, ρυθμικό, αποφασιστικό, γεμάτο ένταση. Το ζεις το έργο σου, το παλεύεις, γίνεται ένα μαζί του. Κάθε λέξη
είναι αποτέλεσμα μιας εσωτερικής πάλης, μιας διαρκούς αναμέτρησης με την
πραγματικότητα και τη γλώσσα.
Η βαθιά σου ανάγκη για έναν καλύτερο κόσμο δεν σ' έχει εγκαταλείψει στιγμή από τη μέρα που σε γνώρισα και δεν είναι μια αφελής
προσδοκία, ούτε μια ρομαντική εμμονή που έμαθες να ζεις με αυτήν, αφού αυτή σου έδωσε το κουράγιο και την έμπνευση να συνεχίσεις, αντιμετωπίζοντας τις αντιξοότητες της ζωή σου με το βλέμμα στραμμένο σ' αυτό τον καλύτερο κόσμο. Ανέκαθεν αντιμετώπιζες τις ατέλειές του σαν ένας πολεμιστής που δεν φοβάται να πληγωθεί στη μάχη. Θυμάμαι εκείνη τη φορά που μου είπες, "δεν θέλω την δεξιοτεχνία σου, το αίμα σου θέλω" και είχαμε τόσο γελάσει καθώς σε αποκάλεσα βαμπίρ. Κι όμως Ελένη, αυτά τα λόγια σου δεν τα ξέχασα ποτέ, σε κάθε βιβλίο που άνοιξα, σε κάθε φράση, έψαχνα το αίμα του ποιητή. Έχεις ως άνθρωπος κρατήσει την απλότητα και τον ενθοθσιασμό ενός μικρού παιδιού, κι αφέλεια και άγνοια της ψυχής και της σκέψης σου μεγάλη θα ήταν, να σε χαρακτήριζε κάποιος αφελή. Απλώς έχεις επιλέξει να πιστεύεις στον άνθρωπο βγάζοντας απέξω κάθε πικρή σου προσωπική εμπειρία. Ο ενθουσιασμός σου για το αύριο συνυπάρχει με τη γνώση του σήμερα και γι’ αυτό η
ποίησή σου δεν είναι ούτε ωραιοποιημένη ούτε παραδομένη στη μελαγχολία. Είναι
ένας ύμνος στην ανθρώπινη δύναμη, ακόμα κι όταν αυτή μοιάζει εύθραυστη, ακόμα κι αν εσύ μοιάζεις εύθραυστη. Γράφεις κορίτσι μου με έναν τρόπο που δεν επιτρέπει σε κάποιον να μείνει αμέτοχος. Πάλι δεν ξέρω, ίσως έτσι να νιώθω εγώ τη γραφή σου γιατί ξέρω από ποιο βάθος σου πηγάζει. Γι' αυτό και λέω πως τα ποιήματά σου δεν
προσφέρονται για μια παθητική ανάγνωση, απαιτούν τη συμμετοχή. Μας φέρνουν αντιμέτωπους με τον εαυτό μας, με τις επιθυμίες και
τους φόβους μας οι καθρέφτες σου. Αλλά δεν μας αφήνεις με την απόγνωση καθώς στα ποιηματά σου ακόμα και στα πιο απαισιόδοξα, κρύβεται μια σπίθα
ελπίδας , μια υπενθύμιση ότι ακόμα και μέσα στο σκοτάδι, τα κόκκινα φεγγάρια της
ποίησής σου εξακολουθούν να φωτίζουν τον δρόμο. Ξέρω πως αυτή δεν είναι μια αντικειμενική κριτική είναι η εντύπωσή μου από το βιβλίο σου ως αναγνώστης, και ως παλιός φίλος σου που γύρισε πίσω από την ξένη, αναζητώντας παλιούς φίλους και χαμένα όνειρα. Η τύχη σε έφερε μπροστά μου ξανά, για να διαπιστώσω με χαρά πως ο χρόνος άφησε ανέγγιχτη τηνσκέψη, τα συναισθηματά σου, τη γραφή, τη μορφή σου την ίδια. Δηλαδή μια σπίθα ελπίδας "για τον κόσμο που ανελέητα αλλάζει", κι αν τίποτα δεν έχεις όπως το γράφεις να δώσεις στη ζωή σου, καθώς σου ζητά καινούργιες μνήμες και τραγούδια χαρούμενα, υπάρχουν κάποια πράγματα σ' αυτόν που δεν αλλάζουν. Οι άνθρωποι σαν εσένα που τον κρατάνε όρθιο! Να είσαι πάντα γερή Λενιώ μου και να γράφεις, να γράφεις, να γράφεις...
Το αξιόλογο αυτό βιβλίο, μου έφερε ως δώρο ο αγαπημένος
Μπάμπης Ζαφειράτος, στο δημαρχείο της Καισαριανής, όπου έγινε η πρώτη μας
συνάντηση. Πριν φτάσει στα χέρια μου το βιβλίο αυτό, είχα την τύχη ν’ ακούσω
αρχικά, την συγκλονιστική απαγγελία από τον Γιώργο Πήττα στην ραδιοφωνική
εκπομπή του «κινούμενη άμμος», το εκπληκτικό ποίημα του Μπάμπη, «Περιφλεγέθων
Κωκυτος Αχέροντας» ή τα «Μέσα μας ποτάμια» όπως αναγράφεται σε παρένθεση
κάτω από τον πρώτο τίτλο.
Το αναζήτησα κατόπιν στο blogτου Μπάμπη Ζαφειράτου μποτίλια στον
άνεμο, https://zbabis.blogspot.com/ όπου μέσα του θα βρει κανείς όχι μόνο
ποιήματα δικά του, αλλά πάρα πολλές μεταφράσεις γνωστών και άγνωστων μας
ποιητών, αφιερώματα σε ανθρώπους που θαυμάσαμε και μάρκαραν πάνω στις καρδιές
μας με χρυσά γράμματα τα όνοματά τους, ποιητές, τραγουδοποιούς, επαναστάτες,
μαχητές στην αδιάκοπη μάχη κατά της αδικίας, της τυραννίας, της εκμετάλλευσης
ανθρώπου από άνθρωπο, της εξαθλίωσης και με κάθε μέσο εξόντωσης, των φτωχών και
καταπιεσμένων λαών, απανταχού της γης.
Ο Μπάμπης είναι και ένας πολύ ταλαντούχος σκιτσογράφος, κι
έτσι πολύ συχνά, σχεδόν πάντα, συνοδεύει τα μεταφρασμένα από τον ίδιο ποιήματα
με θαυμαστές σκιτσαρισμένες προσωπογραφίες ξένων και Ελλήνων ποιητών, για
τους οποίους το εκάστοτε αφιέρωμα.
Ένα blogλοιπόν πολύ πλούσιο σε υλικό, αν θέλει κάποιος να ανακαλύψει
την ποίηση σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. .
Ας επιστρέψουμε στις «Άδεντρες πλατείες» του Μπάμπη.
Αντίθετα με κάθε άλλο αφιέρωμα στο soundforwords, η απαγγελία ενός και
μόνου ποιήματος από το βιβλίο αυτό, δεν μου ήταν αρκετή. Δεν με άφηνε με την
ικανοποίηση ότι έδωσα μέσα από ένα ποίημα το στίγμα του ποιητή, στη μεγάλη
γκάμα των θεμάτων που τον απασχολούν, και που αν ήθελε κανείς να τα
συμπεριλάβει όλα σε μία φράση πράγμα δύσκολο, η πιο κοντινή και αξιόπιστη στο
έργο του θα ήταν, «έρωτας και επανάσταση» Γιατί αυτές ακριβώς είναι οι δυο
έννοιες που κυριαρχούν από την αρχή μέχρι το τέλος του βιβλίου, με μια
επαναλαμβανόμενη συχνότητα που δεν χορταίνεις να διαβάζεις, επειδή είναι
εκφρασμένη διαφορετικά την κάθε φορά, άλλες οι εικόνες, άλλος ο τόπος, ο
χρόνος, η συνθήκη, άλλα τα συναισθήματα, και άλλες οι διαπιστώσεις τόσο από τον
ίδιο τον ποιητή όσο και από τον αναγνώστη. Κοινό σημείο όλων αυτών, το όνειρο,
ή όραμα για να ακριβολογήσω, ενός καλύτερου κόσμου. Μιλώντας για τον άνθρωπο
ποιητή, και σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσα πιο πάνω σε σχέση με τα
ενδιαφέροντα και τις συγγραφικές δράσεις του, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς
τι εννοώ με αυτή την, για πολλούς κοινότυπη φράση, «καλύτερος κόσμος».
Για τους οραματιστές του δίκαιου και της ίσης μεταχείρισης
των ανθρώπων, όσο το ζητούμενο παραμένει, καμιά τέτοια φράση δεν αδειάζει ποτέ
από το βάρος της. Κι ο Μπάμπης, είναι ένας τέτοιος οραματιστής. Δεν το βάζει
κάτω. Κι αν η θλίψη είναι αυτή που έντονα αποτυπώνεται στο έργο του, δεν θα του
σκοτώσει την ελπίδα. Την πίστη για τη μεταστροφή της παγκόσμιας συνείδησης
στιςπραγματικές αξίες της ζωής, στο
δικαίωμα των λαών να υπάρχουν, να αναπτύσσονται και να δημιουργούν πολιτισμό,
στο δικαίωμα του ανθρώπου να ζει και να εκφράζεται ελεύθερα.
Όμως είμαστε άνθρωποι και σκοντάφτουμε, και λυγίζουμε,
πονάμε, γινόμαστε θύτες οι ίδιοι και θύματα συχνά καταστάσεων που ξεφεύγουν από
τον έλεγχό μας, καταστάσεων που αν έχεις χτίσει ένα γερό εσωτερικό σκαρί
ωστόσο, θα γίνουν αναπόφευκτα οι διαδρομές για να σε κάνουν πιο δυνατό, πιο
πεισματωμένο, πιο αποφασισμένο και πιο άνθρωπο, μετά τις τρικυμίες της ζωής.
Θα τα βρούμε όλα αυτά μέσα στην ποίηση του Μπάμπη
Ζαφειράτου, μέσα στις «άδεντρες πλατείες» του, μέσα σε κάθε τι με το οποίο ο
ίδιος έχει καταπιαστεί με την πέννα του, είτε γράφοντας ποίηση, είτε
μεταφράζοντάς την. Σε κάθε περίπτωση όμως, στη ζωή του δεν έκανε άλλο από το να ποιεί, να δημιουργεί μέσα από τους χώρους της τέχνης και να χαράζει το δικό του μονοπάτι στους δρόμους και τις "πλατείες" του πολιτισμού. Από όποια λοιπόν μεριά και να τον ατενίσει κανείς, ο Μπάμπης είναι ο δημιουργός, ο ποιητής.
Εγώ να ευχαριστήσω την τύχη μου για την προσωπική γνωριμία
μου μαζί του, ευχαριστώ τον αγαπημένο Γιώργο Πήττα που μέσω αυτού τον προσέγγισα, και τον ίδιο το Μπάμπη Ζαφειράτο, για την τιμή να με συγκαταλέξει
στους φίλους του, έτσι που να μη μπορώ ν’ αποφύγω και τη ματαιόδοξη σκέψη πως,
«Όταν ένας τέτοιος άνθρωπος σου ανοίγει την πόρτα της καρδιάς του, κάτι στο
διάβολο σωστό έχεις κάνει κι εσύ στη ζωή σου». Ε πως να το κάνουμε… δεν γίνεται
να μην ισχύει! Άσχετα αν αυτό σε βάζει συνέχεια στην πρόκληση, να παραμονεύεις
τον εαυτό σου σε κάθε γωνία, σαν τον Κινέζο βοηθό του Πήτερ Σέλλερς στον Ροζ
Πάνθηρα.
Μπάμπη Ζαφειράτο μου, χαλάλι σου η πολυλογία της γαλιάντρας.
Την αξίζεις. Θα ήθελα να γράψω κι άλλα για την ποίησή σου, κι άλλα για τα
ποιήματα αυτού του βιβλίου, όμως θα το κάνω αλλιώς. Θα τα διαβάσω, θα δακτυλογραφήσω κάποια εδώ μέσα και θα εμπιστευτώ τους αναγνώστες/ακροατές μας, για τα συμπεράσματα.
Εύχομαι το βιβλίο σου αυτό να βρει τη θέση που του αξίζει στις καρδιές των ανθρώπων, να ταξιδεύει μέσα τους εσαεί, και να το ψιθυρίζουν τα χείλη.
ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ
Ενότητα
ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΓΑΛΜΑΤΩΝ
(1973-1974)
Γ
Αύριο θα με καλείς να σε αναστήσω
πόλη με τις εφτά πληγές.
Θα κείτομαι νεκρός στους σκουπιδότοπους.
Η γη -θα πεις- σε πρόσμενε
να φτάσεις ως τους πόλους της
κι εσύ ναυάγησες
στην άβυσσο του ισημερινού σου.
Ενότητα
ΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΤΩΝ ΤΡΕΝΩΝ
ΠΟΙΗΜΑ-ΣΧΟΙΝΙ
Σου στέλνω απόψε αυτό το ποίημα / ενώνοντας τους
στίχους κόμπο
κόμπο. / Από σένα εξαρτάται / διαβάζοντάς το / να
ψιθυρίζεις
προσευχές / ή / τεντώνοντάς το / στο κενό / να
ακροβατήσεις.
«ΝΕΟΝ ΑΣΤΡΟΝ
Πλασιέδες κατακλύζουν το δωμάτιο
διαβάτες κάνουν βόλτα το ταβάνι.
Είχα μουσκέψει.
Σε θέση μάχης
πολιορκημένοι
από τους τοίχους και τους δρόμους.
Όπου να στρίψεις
ίδια στενά σε βγάζουν σε στενά.
Στον τέταρτο όροφο.
Με το ιδρωμένο σώμα μου
σανίδι
που
βουλιάζει
μες
στο
σώμα
σου.
Ενότητα
ΣΕ ΚΟΙΝΗ ΘΕΑ
ΜΕΤΑΦΕΡΟΜΕΘΑ
Κάποτε είπαμε να ξενοικιάσουμε
Τα σπίτια που μας βάραιναν
και να στοιβάξουμε τα πράγματά μας
-πράγματα λιγοστά αγορασμένα με χίλια παζάρια-
σ’ ένα μικρό φορτηγό
για τ’ άδεια προάστια.
Κάποτε υποσχεθήκαμε να πούμε καινούργια τραγούδια.
Μα κάθε πρωί
ντυνόμαστε το νέο μας δέρμα
ξυριζόμαστε με περισσή επιμέλεια
οπλιζόμαστε με αόρατες λόγχες
και σκορπάμε
σε ρημαγμένα τοπία.
ΣΗΜΕΙΟ ΜΗΔΕΝ (Ι)
Πιάνει ψιχάλα.
Όπως συχνά συμβαίνει στις αγρύπνιες μας.
Σημείο μηδέν.
Το όριο που διακρίνεται το ίχνος σου
να μου θυμίζει
τη μεγάλη αρτηρία του κορμιού σου.
Και κατεβαίνω
ψάχνοντας τα χείλη σου.
Δεκαοχτώ χιλιόμετρα
μιας γης
γεμάτης γούβες
και ξερόκλαδα.
ΣΗΜΕΙΟ ΜΗΔΕΝ (ΙΙ)
Ψηλώνει ο ήλιος
και ζεσταίνει τα ξερόκλαδα.
Όπως όχι συχνά συμβαίνει στην ψυχή μας.
Σημείο μηδέν.
Το όριο που χάνεται το βλέμμα μου
μέσα στο βλέμμα ενός παιδιού
σαν με κοιτάει
και τρέχει να κρυφτεί
μες στις παλάμες του.
Και ανεβαίνω
ψιθυρίζονταςτα
λόγια του.
Δεκαοχτώ χιλιόμετρα
μιας γης
γεμάτης άστρα
και κυκλάμινα.
Ενότητα
ΤΥΦΛΟΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ
Αναστατώνεις τα καλούπια μου
κλονίζεις δίχως οίκτο τα θεμέλιά μου
σκάβεις κάθε μαδέρι στη σκεπή μου
κι ακόμα τα φιλιά σου με ραγίζουν.
Οι κάμαρές μου γίνανε χελιδονοφωλιές
τρίζουν θλιμμένα τα πατώματα.
Αγάπη μου
η αγάπη σου
έχει βαλθεί
να με κατεδαφίσει.
ΠΙΚΡΟ
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Απ’ τον
Τίγρη στον Ευφράτη
κι απ’ τη
γη στον ουρανό
κυνηγούν
τον αποστάτη
να τον
πιάσουν ζωντανό.
Νίκος
Γκάτσος, Ο Κεμάλ.
Ωχρό ξυπόλητο φεγγάρι…
Κοίταξε μέσα από τα σύννεφα την πόλη.
Ένας κόμπος μαύρος, σαν το πετρέλαιο που κύλαγε στα
σπλάχνα
αυτού του κόσμου, ανάβλυσε στην άκρη του καημού του.
Άλλοτε, το σχήμα της ερήμου αναριγούσε
λαμπύριζε στο χάδι του.
Στάθηκε λίγο κι αφουγκράστηκε.
Κανείς δεν ήταν από κάτω να το δει ούτε και να το
τραγουδήσει.
Οι ερωτευμένοι δεν ορκίζονταν στο φως του, δεν το
περίμεναν να
βγει και να τους ταξιδέψει, δεν θαύμαζαν τη λάμψη του,
οι ποιητές δεν το’ βαζαν χτενάκι στα μαλλιά της.
Και τα παιδιά δεν το ’χαν δίπλα τους για να τα μάθει
να διαβάζουν.
Κι αν κάποιος πέρναγε και κοίταζε ψηλά θα το έπνιγε
μες στα βαθιά
σκοτάδια των ματιών του.
Μα απόψε ο κόμπος βάρυνε σιγά σιγά, έγινε δάκρυ.
Απόψε οι δυο μεγάλες χαρακιές στο πρόσωπο της γης
τρέχουν τρεμάμενες και σβήνουνε
στο φλογισμένο κόρφο της θαλάσσης.
ΥΓ.
Γι’ αυτό άλλωστε τα μάτια των αντρών είναι σκληρά, των
γυναικών
παράπονα, και των μανάδων πονεμένα.
Γι’ αυτό κοστίζουν ακριβά τα δάκρυα της γης, κι είναι
πικρές οι
θάλασσες του κόσμου.
Γι’ αυτό το κλάμα των ποιητών ακατανόητο, και των
παιδιών
ποτάμι βουρκωμένο.
20 Μαρτίου 2003. Ξημερώματα.
Βιογραφικό που υπάρχει στο βιβλίιο
Αθήνα, 1949. Το 1977 παρουσιάζει ποιήματά του στο Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο ΩΡΑ. Δημοσιεύει στα ΝΕΑ και στα περιοδικά Τραμ και Τομές.
Μέλος της Θεατρικής Ομάδας Χολαργού, 1989-1989, γράφει επιθεωρήσεις και το σπονδυλωτό έργο Είδωλα, το οποίο συνσκηνοθετεί και σκηνογραφεί.
Στίχους του μελοποιεί ο Πάνος Τσαπάρας, για τον δίσκο Homo Socialis και για προσωπικό δίσκο του Δημήτρη Ψαριανού 1986,
Συνυπογράφει το σενάριο και διαβάζει κείμενά του στη μικροόυ μήκους ταινίθα Κασκαντέρ 1991, του πρόωρα χαμένου συγγραφέα Παντελή Πασχαλίδη, και μαζί μεταφράζουν Bob Dylan για αφιέρωμα της ΝΕΤ.
Ιδέες του εικονογραφεί ο Ανδρέας Ζαφειράτος (Φεστιβάλ Κόμικς Βαβέλ, 1997, 1998, 1999).
Οικονομικός αναλυτής σε πετρελαϊκή εταιρεία (1977-2009), γράφει και εκδίδει το συνδικαλιστικό (και όχι μόνο) έντυπο Παλμός.
Επιμελήθηκε βιβλία των εκδόσεων Δίαυλος και κατασκεύασε τρεις ιστοσελιδες, με δουλειά του και έργα του Α.Ζ από το 1990 ως το 2004.
Από το 2008 εμφιαλώνει καθημερινά Μποτίλιες Στον Άνεμο για ναυαγούς που θέλουν να κολυμπήσουν. Την περίοδο 2016-2017 έκανε παρουσιάσεις ταινιών στην Κινηματογραφική Λέσχη Καισαριανής «Σκοπευτήριο», στην ΟΓΕ Χολαργού - Παπάγου στον Ριζοσπάστη και στο σινεμά Αλκυονίς (όλες εδώ). Έχει συμμετάσχει με τοποθετήσεις – απαγγελίες σε μεγάλες εκδηλώσεις-αφιερώματα του Βελισσάριου Κοσσυβάκη και του Ελληνοκουβανικού Συνδέσμου Φιλίας και Αλληλεγγύης, για τον Φιντέλεδώ και εδώ, για τον Τσεεδώ και εδώ, για την 26 Ιουλίου 1953εδώ.
Οι μποτίλιες εμφιαλώνονται πλέον μόνο για την Μποτίλια Στον Άνεμο και πάντα για ναυαγούς που θέλουν να κολυμπήσουν και καβαλάνε τα κύματα. Ευχαριστώ όσους ταξιδέψαμε μαζί…